προανίημι

προανίημι
προαν-ίημι,
A relax first, Sor.1.65 ([voice] Act. and [voice] Pass.).
2 dissolve first,

γάλακτι Asclep.

ap. Gal.13.529 ([voice] Pass.).

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • προανίημι — Α 1. (ενεργ και παθ.) χαλαρώνω από την αρχή 2. διαλύω προηγουμένως. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀνίημι «χαλαρώνω, διαλύω»] …   Dictionary of Greek

  • ίημι — ἵημι (Α) 1. κινώ, βάζω κάτι σε κίνηση, κάνω κάτι να κινηθεί γρήγορα («ἧκα πόδας καὶ χεῑρε φέρεσθαι», Ομ. Οδ.) 2. αφήνω κάτι να πέσει κάτω (α. «κὰδ δὲ κάρητος ἧκε κόμας» άφησε τα μαλλιά να κρέμονται από το κεφάλι, Ομ. Οδ.) 3. στέλνω, αποστέλλω 4.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”